Monday, October 29, 2007

Διαυγές όνειρο...

Μόλις είχα ξυπνήσει από τη νάρκωση. Αισθανόμουν ανάλαφρη αλλά και ζαλισμένη. Κοίταξα γύρω μου. Όλα είχαν αυτό το χρώμα του ξεπλυμένου πράσινου που κυριαρχεί στα χειρουργεία… Κάποιο λόγο καταπραϋντικό θα εξυπηρετεί, σκέφτηκα. Είχα ένα περίεργο είδος διαύγειας εκείνη την ώρα. Η μυρωδιά του αντισηπτικού μου χτυπούσε τα ρουθούνια, ενώ οι ήχοι καρφώνονταν στο μυαλό μου.

Και μετά με ξαναπήρε ο ύπνος. Κυλούσα σαν να ήμουν πάνω σε μαγικό χαλί. Κάποιος με οδηγούσε χωρίς να κουνάω το μικρό μου δαχτυλάκι, στο δωμάτιο που προοριζόταν για μένα. Ένιωθα ότι κάτι είχε φύγει από πάνω μου αλλά δεν πονούσα ακόμα…

Τους έδιωξα όλους. ‘Είμαι καλά, μια χαρά! Aλήθεια! Να πάτε όλοι να ξεκουραστείτε.’ Τους είπα. Άναψα την τηλεόραση και έβλεπα τις εικόνες να χοροπηδούν μπροστά μου. Λίγες ώρες πριν είχα κοντέψει να φύγω και τώρα έβλεπα καρτούν… πόσο περίεργη μπορεί να είναι η ζωή μας. Εναλλαγές τοπίων στην καρδιά μας αλλά και στο σώμα μας. Από την έρημο στο πράσινο λιβάδι και αντίστροφα. Ευτυχώς που έχω ακόμα δύναμη να πολεμάω, ευτυχώς… τουλάχιστον απόψε.

photo by my friend George: http://george29.blogspot.com/

Thursday, October 25, 2007

το παραμύθι της μικρής φίλης μου!

καλαμι,ελατο, κρισ-κραφτ, αμαξα & φαλαινα!

Η φιλενάδα μου, η όμορφη και αξιαγάπητη, ‘Μάουρα η βιβλιοφάγος’, http://maoura.blogspot.com/, που πρέπει να είναι η μικρότερη μπλόγκερ, που με τιμά με τη φιλία της και τη ζεστή αγκαλιά της, μου έδωσε αυτές τις λέξεις! Αυθόρμητα, της έφτιαξα δώρο ένα παραμύθι!

Το μοιράζομαι με όλους σας με μια φωτεινή αγκαλιά! Γιατί όλοι μας κρύβουμε ένα παιδί κάπου εκεί πίσω, ναι εκεί!

Ο καιρός είχε φτάσει! Χριστούγεννα επιτέλους! Η μικρή πριγκίπισσα Μάουρα μόλις είχε γυρίσει από το σχολείο! Πέταξε το ροζ μπουφάν της και έτρεξε στο μαγικό Χριστουγεννιάτικο δέντρο που της είχαν φτιάξει η μαμά και ο μπαμπάς, για εκείνη και για τον αδερφό της… Ένα πελώριο έλατο γεμάτο φωτεινές πασχαλίτσες, πυγολαμπίδες και φωτεινά λουλούδια και στην κορυφή, ένα αληθινό φωτεινό αστέρι που λίγο πριν είχαν κόψει από τον ουρανό!

Εκεί η κάθε μπάλα ήταν από κρύσταλλο και έκρυβε μαγικές ευχές. Η Μάουρα, που ήθελε να δει τι κάνει η κάθε μπάλα, άρχισε να ψάχνει σιγά-σιγά γύρω από το δέντρο. Τότε είδε ένα καλάμι!

‘Μα τι να το κάνω το καλάμι εγώ; Χρειάζεται στο δέντρο;’

Και πιάνει τη μπάλα στο τριανταφυλλένιο χέρι της. Εκείνη την ώρα αισθάνθηκε ότι ήταν καλοκαίρι. Τα τζιτζίκια τραγουδούσαν και τα μυρμήγκια κουβαλούσαν ακούραστα στις πλάτες τους τεράστιους σπόρους από στάρι. Είδε ότι βρισκόταν δίπλα στη θάλασσα και ψάρευε. Ένα καλάμι ήταν στο χέρι της και ένα ψάθινο καπέλο με σατέν κορδέλα σκέπαζε τα μεταξένια μακριά μαλλιά της. Και τότε αισθάνθηκε ότι κάτι έπιασε! Νόμισε ότι ήταν κάτι μικρό, αλλά δεν ήταν. Οι κύκλοι του νερού γίνονταν ολοένα και μεγαλύτεροι!

Μια άσπρη-ασημένια φάλαινα εμφανίστηκε μπροστά της χαμογελαστή. Η πριγκίπισσα Μάουρα, όχι μόνο δεν τη φοβήθηκε, αλλά της μίλησε.

‘Γιατί δεν με αφήνεις να ψαρέψω όμορφες πεταλούδες του ύπνου που βρίσκονται βαθειά μέσα στο βυθό;’

Η φάλαινα άφησε γύρω της, ανυπόμονα, άσπρα κύματα σαν να ήταν κρισ-κραφτ και της πρότεινε.

‘Πάω να δω την ωραιότερη ανατολή του κόσμου και να ακούσω το τραγούδι του σύμπαντος!’ της είπε βιαστικά.

‘Περίμενε, περίμενε έρχομαι και εγώ να σε βρω!’ της είπε η Μάουρα. ‘Αλλά πώς να έρθω; Δεν έχω ουρά να σε ακολουθήσω… ’ και συννέφιασαν τα όμορφα μάτια της. Και η φάλαινα αποκρίθηκε. ‘Γιατί στενοχωριέσαι; Ανέβα πάνω μου, σαν να είσαι αμαξάς πάνω σε άμαξα και έλα μαζί μου!’ Πράγματι, και έτσι έγινε! Πήγαν μαζί και είδαν το ωραιότερο θέαμα του κόσμου! Ένα ουράνιο τόξο και έναν ήλιο όμορφο πολύ που τους χαμογελούσε! Η φάλαινα χαμογέλασε και της είπε ‘Τώρα είναι η ώρα να γυρίσεις πίσω! Να δεις και άλλη κρυστάλλινη μπάλα!’ και της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Αν θέλεις να με ξαναδείς απλά πιάσε ξανά την κρυστάλλινη μπάλα!’ Και αμέσως, η Μάουρα βρέθηκε κάτω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο! ‘Μάουλα έλα, ήρθε η ώρα να φάμε!’ τη φώναξε ο μικρός της αδελφός. Η Μάουρα γεμάτη χαρά, υποσχέθηκε να ξαναγυρίσει πίσω να δει τι κρύβουν και οι υπόλοιπες μπάλες!

photo by: http://www.cs.princeton.edu/~rywang/berkeley/singles/rainbows/fortissimo.html

Tuesday, October 23, 2007

«Σαλπάρω στη θάλασσα της τέχνης και της φαντασίας»

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ελένη Γκίκα που προχθές την Κυριακή με είχε 'καλεσμένη' της στο χώρο που φιλοξενεί τους bloggers, στο Κυριακάτικο Έθνος!

Ειλικρινά την ευχαριστώ για τα καλά της λόγια, την προτίμηση και το χώρο που διέθεσε για μένα!

Εδώ σας παραθέτω το κείμενο:

Τη συναντάμε στη διεύθυνση: http://www.alexandra-daily.blogspot.com/. Η Αλεξάνδρα Μπελεγράτη, εκτός από μπλόγκερ είναι και συγγραφέας. Ως «ασκήσεις θάρρους» το είδε στο ξεκίνημα. Οι αναγνώστες, απολαμβάνουν τα δικά της υπέροχα κείμενα. Αλλά για το μπλογκ της ο λόγος στην ίδια:

«Το μπλογκ ήταν η λογική συνέχεια της όψιμης προσωπικής επανάστασης που είχε προηγηθεί έναν χρόνο νωρίτερα. Αρχές του 2005 παραιτήθηκα από τη φυσιολογικήδουλειά μου (που έκανα για 13 ολόκληρα χρόνια), ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στο London School of Journalism (Novel Writing) μέσω ίντερνετ και ξεκίνησα να γράφω βιβλία κάθε μέρα, ώρες ολόκληρες, χωρίς να ξέρω, ακόμα σήμερα που μιλάμε πού θα οδηγηθώ.

Αλλά ήμουν ιδιαίτερα εσωστρεφής... Ετσι, δύο αγαπητοί φίλοι, η Φωφώ, σκηνοθέτης και ο Χρήστος, συγγραφέας, μου πρότειναν ασκήσεις θάρρους. Γιατί δεν γράφεις σε ένα μπλογκ, έτσι ώστε να δει κόσμος τα γραπτά σου; Να εξασκηθείς; Να δοκιμάσεις διαφορετικά στυλ γραφής; Να αντιμετωπίσεις άλλα μάτια και καρδιές; Να αφήσεις να σε κρίνουν; Την άλλη μέρα το ξεκίνησα!

Ετσι ξεκίνησα να γράφω συχνά-πυκνά και να προσπαθώ να βρω το στίγμα μου. Ηταν και είναι ο προσωπικός μου χώρος. Ο πειραματισμός μου στη γραφή. Τα προσωπικά μου στοιχήματα κάθε μέρα. Το καθημερινό μου σαλπάρισμα στη θάλασσα της σκέψης και της φαντασίας. Η παιδική μου χαρά, που όμως μοιραζόμουν, σιωπηλά, με πολλούς άλλους. Αλλά όλο αυτό γινόταν φυσικά, χωρίς πρόγραμμα.

Σιγά σιγά το μπλογκ εξελίχθηκε: Από απλή καταγραφή σκέψεων και συναισθημάτων, σε μικρές ιστορίες. Πράγματι αυτό που εκτιμώ ότι χαρακτηρίζει τη γραφή στο μπλογκ πλέον, είναι οι μικρές ιστορίες. Μέσα σε 300-400 λέξεις προσπαθώ να αγγίξω και να ευαισθητοποιήσω τους αναγνώστες. Δεν μου αρέσει να γράφω άσχημα, επιθετικά, μαύρα. Ξέρω ότι υπάρχει αυτή η διάθεση στις μέρες μας και από επιλογή προτιμώ να στρέφομαι στο φως, όπως λέω...

Θέλω να ξυπνήσει η αθωότητα που έχουμε θάψει μέσα μας. Η ελπίδα... η πίστη και η εμπιστοσύνη στον άνθρωπο και στις αξίες. Δεν αντέχω να επαναλαμβάνω γραπτώς την άγρια πραγματικότητα (φυσικά το σέβομαι σε άλλους). Γιατί; Γιατί πιστεύω ότι οι λέξεις έχουν δονήσεις και έχουν δύναμη στην ψυχή μας. Αλλες φορές το πετυχαίνω, άλλες προσπαθώ... Αλλες φορές γράφω τρυφερά, άλλες πικρά. Οπως μας φέρεται και η ζωή. Αλλες φορές είμαστε καλύτερα, άλλες χειρότερα.

Λέω, ίσως αφελώς, ότι αποφεύγω να γράφω προσωπικές ιστορίες. Πράγματι. Ολες οι ιστορίες είναι στη σφαίρα του φανταστικού. Από την άλλη, οι ιστορίες αυτές είναι εγώ. Είναι το στίγμα μου, η άποψή μου, η κοσμοθεωρία μου, τα συναισθήματά μου, οι φιλτραρισμένες εμπειρίες μου...

Ενα πράγμα θα σας πω. Παρ όλο που μου αρέσει η τεχνολογία, με το μπλογκ ξέρω τα βασικά. Απλά γράφω και ανεβάζω το κείμενο αυτό είναι όλο. Α, μπορώ να ανεβάζω και φωτογραφίες! Ούτε μουσική ούτε links ούτε τίποτα! Ακόμα δεν ξέρω πώς με έβρισκαν και με βρίσκουν όλοι αυτοί οι φίλοι! Γιατί απέκτησα φίλους πολύτιμους στην πορεία του μπλογκ. Φίλους που μοιράζομαι τα ίδια ενδιαφέροντα, τις ίδιες σκέψεις αλλά και ακριβώς αντίθετες και τόσο, μα τόσο ενδιαφέρουσες!

Αν μου λέγατε σήμερα τι κρατάς από αυτό το μπλογκ θα έλεγα, το πολύπλευρο προσωπικό ταξίδι εξέλιξης και τους λίγους, πολύτιμους νέους φίλους».

Here is the link:

Sunday, October 14, 2007

Το Κλουβί...

Τα μάτια της δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν από το παράθυρο. Περνούσε σχεδόν όλη τη μέρα σε αυτό το παράθυρο. Κοιτούσε το τεράστιο κλουβί που είχε στον κήπο και ένα χαμόγελο πάγωνε στα χείλη της. Ένα τεράστιο δωμάτιο-κλουβί γεμάτο με εξωτικά πουλιά και δέντρα κάθε είδους. Κόκκινα, πράσινα, κίτρινα, πολύχρωμα και αεικίνητα. Άκουγε τα τιτιβίσματα άλλες φορές με χαμόγελο, άλλες με σπασμένα νεύρα, ανάλογα με τη διάθεσή της. Έμοιαζαν και εκείνα να ακολουθούν τις διαθέσεις της.

Άλλες φορές το τιτίβισμα ενός αηδονιού την έκανε να δακρύσει ενώ άλλες το κρώξιμο κάποιων παπαγάλων την τρόμαζε. Αλλά αυτή εκεί… Τα φρόντιζε και όσο περνούσε ο καιρός τόσο αγόραζε και άλλα. Και αυτό το κλουβί άρχιζε να μοιάζει σαν ζούγκλα. Μερικές φορές έκλεινε το παράθυρο και τα παρατηρούσε σαν εικόνα χωρίς ήχο, σαν να τα είχε παγώσει ο χρόνος, σαν ζωντανό πίνακα ζωγραφικής. Τα παρατηρούσε να κινούνται, να μαλώνουν, να διεκδικούν, να ερωτεύονται. Ποτέ της δεν είχε σκεφτεί να τα ελευθερώσει. Έτσι κυλούσαν τα χρόνια…

Εκείνο το πρωινό βγήκε στον κήπο. Είχε χιονίσει και το κρύο της περόνιαζε τα δάχτυλα. Περπατούσε και έκλαιγε. Είχε παραγγείλει το κλουβί εκείνο το βράδυ Δευτέρας, που έμαθε ότι εκείνος είχε φύγει. Εκείνη τη βραδιά που ένιωσε να πεταρίζει η ψυχή της, να θέλει να φύγει από το σώμα της και εκείνη την κράτησε με όλη της τη δύναμη, συγκρατώντας και πνίγοντας τα δάκρυά της. Από τότε μετρούσε τις μέρες με τιτιβίσματα. Άφησε την πόρτα ανοιχτή πίσω της και δεν γύρισε να κοιτάξει… Είχε έρθει η ώρα να ζήσει ξανά.

Tuesday, October 09, 2007

Σε ένα βράδυ...

‘Εμένα και το νερό δεν μας χωρίζει τίποτα… Μόνο λίγα μέτρα. Μόνο αυτό μπορώ να κάνω τώρα. Όλα τα άλλα έχουν διαλυθεί στη ζωή μου. Έχω καταστραφεί οικονομικά, δεν έχω δουλειά, χρωστάω, κανείς δεν με θέλει, είμαι ένα ρεμάλι… Δεν έχω να χάσω τίποτα άλλο. Να, έτσι να κάνω το πόδι μου και όλα τελείωσαν. Και όλα ξεχάστηκαν. Και επιτέλους ηρέμησα!’ Άπλωσε το πόδι του στο κενό.

Του άρεσε αυτή η πτώση. Ένιωσε ότι πετάει. Και εκείνη τη στιγμή, άκουσε το θόρυβο του σκοτεινού νερού να τον καταπίνει. Έβλεπε το σκοτεινό νερό σιγά-σιγά να παίρνει χρώμα, ένα βαθύ μπλε, σαν να έβλεπε μπροστά του ένα είδος λυκόφωτος. Ήταν ένα είδος απόλαυσης. Μπορούσε να αντιδράσει αλλά δεν το έκανε, αντιστάθηκε στο ένστικτο αυτοσυντήρησης . Έκλεισε την ανάσα του και πάλεψε με την αναπνοή που ήθελε να βγει έξω. Πολέμησε και άλλο με τον εαυτό του και εκείνη τη στιγμή μετάνιωσε που δεν είχε βάλει βαρίδια στα πόδια του και πέτρες στις τσέπες. Όλα θα ήταν ευκολότερα. Προσπάθησε ξανά να συγκεντρωθεί στην πτώση.

Ξάφνου ένιωσε κάτι να τον τυλίγει. Τρόμαξε! Πανικοβλήθηκε! Ήθελε να πεθάνει ήσυχα. Να μην τον ταράξει κανείς… και να μην τον φοβίσει κανείς παρά μονάχα ο Θάνατος. Αλλά είχε υπολογίσει χωρίς την Μοίρα. Ένας ψαράς τραβούσε από πάνω, ξανά-τραβούσε με κόπο. ‘Αργύρη! Ρε Αργύρη κάτι βαρύ πιάσαμε! Έλα βόηθα με τα δίχτια ρε!’ Άκουσε μια πνιχτή φωνή. Λίγα λεπτά μετά βρισκόταν πάνω σε μια βάρκα! Τον είχαν ψαρέψει στην βάρκα Καπετάν-Ανδρέας, μεγάλη η χάρη του! Ο ψαράς με το βοηθό του σταυροκοπήθηκαν. Το ίδιο έκανε και ο φίλος μας. Ήταν ένα σημάδι. Έτσι βρεγμένος, βγήκε στο δρόμο και ξεκίνησε να περπατάει σφυρίζοντας μέσα στο σκοτάδι. Δεν είχε κάτι άλλο να φοβηθεί για απόψε.

Thursday, October 04, 2007

Πάντα έχεις εύκολο το δάκρυ!

‘Πάντα έχεις εύκολο το δάκρυ!’ Ήταν η μόνιμη παρατήρηση όλων από την πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι αυτά τα αόρατα μαργαριτάρια κυλούν από τα μάτια μου, κάτι αιώνες πριν. Μου το έλεγαν σχεδόν καθημερινά, η μητέρα μου και ο αδερφός μου. Μάλιστα, με έλεγαν θεατρίνα. Πίστευαν ότι θα γινόμουν και διάσημη!

Είχα εκπαιδεύσει τον εαυτό μου να κλαίει μόνος του. Αφού ψαχούλευα την τουαλέτα της μαμάς, έβλεπα τις κολώνιες, φορούσα τα δαχτυλίδια της, το κραγιόν της, λουζόμουν με τη 'Μυρτώ', ερχόταν η ώρα της αυτοσυγκέντρωσης. Καθόμουν σε ένα καθρέπτη για ώρα και βυθιζόμουν στον εαυτό μου. Κοιτούσα προς τα κάτω και σκεφτόμουν το χειρότερο πράγμα που μπορούσε να μου συμβεί. Να μην είχα μαμά! Και τότε τα δάκρυα έπεφταν το ένα πίσω από το άλλο. Θυμόμουν τη ζοφερή μέρα του θανάτου του πατέρα και διαλυόμουν. Έκανα προβολή του φόβου και δημιουργούσα συναίσθημα. Αλλά όσο εξελισσόμουν, ηλικιακά να μην μπερδευόμαστε, τόσο αυτή η προβολή κρυβόταν και εξαφανιζόταν. Πάγωνα, δεν αντιδρούσα, γιατί έτσι με ήθελε η κοινωνία. Έβλεπα εικόνες κρεμασμένων, βασανισμένων, δυστυχισμένων και εγώ κοιτούσα ατάραχη. Στη Μέση Ανατολή, στη Αφρική, το βλέμμα παρέμενε ατάραχο. Είχα τρομάξει, δεν μπορούσα να κλάψω. Έκλαιγα χωρίς δάκρυα!

Οι δικοί μου άνθρωποι με κοιτούσαν παραξενεμένοι. Πώς εγώ, αυτό το συναισθηματικό πλάσμα έγινα έτσι. Παγωμένη, χωρίς συναισθήματα… Μιλούσα απότομα, επιθετικά. Τους είχα ξαφνιάσει όλους και δεν τολμούσαν να μου μιλήσουν. Νευρίαζα! Είχα αναγκαστεί, χωρίς να το καταλάβω, λίγο-λίγο να γίνω κάτι άλλο. Γιατί κάθε μέρα έπρεπε να πολεμήσω εκεί που πήγαινα. Και όσο περισσότερο μαλακή και γλυκιά ήμουν και το έδειχνα, τόσο γύρω μου τα θηρία αλυχτούσαν και ήθελαν να επιτεθούν. Τους τρόμαζε η καθαρότητα του βλέμματος. Κάτι κρύβει αυτή έλεγαν. Δεν μπορεί τέτοια καλοσύνη. Κάτι θέλει! Άμυνα λοιπόν ήταν αυτή η παγωμάρα… Έφτασα στο σημείο να αγοράζω ψεύτικα δάκρυα γιατί τα μάτια μου είχαν στεγνώσει.

Και πώς να ξαναγεμίσει η καρδιά ζέστη; Πώς; Μέχρι εκείνη τη μέρα... Εκείνα τα μάτια τα έκαναν όλα. Εκείνα τα μάτια έφεραν πίσω τον ήλιο και τη χαρά. Εκείνα τα μάτια μου άνοιξαν την ψυχή… Σήμερα είμαι περισσότερο παιδί από τότε. Τολμώ να είμαι τόσο αληθινή γιατί έτσι με αγαπάει εκείνος, όπως είμαι… Τώρα δεν ντρέπομαι. Και ας συμφωνεί και εκείνος 'Πάντα έχεις εύκολο το δάκρυ!'

(photo: beloved Man Ray)

Η 4η Οκτωβρίου 2007έχει οριστεί ως Διεθνής Ημέρα των Bloggers για την Βιρμανία.