Friday, June 29, 2007

Χιόνι τον Ιούνιο...

Έχετε δει χιόνι από αποκαϊδια δάσους; Τρεις το βράδυ. Αυτό το παράξενο χιόνι, να πέφτει σιωπηλά, να φλερτάρει με τη λάμπα του δρόμου, ενώ η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική. Αίμα τα μάτια μου βλέπουν μπροστά τους. Ναι, όσοι ζείτε στην Αθήνα, πρέπει να είδατε χθες το βράδυ πάνω στα αυτοκίνητά σας. Όσοι ζείτε σε όλη την Ελλάδα κάπου κοντά σε δάσος, αισθανθήκατε τις πορτοκαλιές φλόγες να πλησιάζουν…

Τέτοια άγρια επιμονή και επιθυμία; Γιατί τέτοια θηριώδη αχόρταγη κατάσταση; Και μετά; Το χάος… Οι καπνοί από την Πάρνηθα γέμισαν όλη την Αθήνα. Το στομάχι μου ανακατεύεται, το κεφάλι μου είναι έτοιμο να εκραγεί βλέποντας το μαύρο σύννεφο να έχει καταπιεί τα γαλάζια σύννεφα. Ποιο είδος ανθρωποειδούς, υπανθρώπου και αρρωστημένου μυαλού καταστρέφει τους τελευταίους πνεύμονες της τσιμεντοκαλυμένης πόλης; Γιατί τους αφήνουμε όλοι μας!

Ποιος είναι τόσο γελοία κοντόφθαλμος που βάζει φωτιά για γρήγορο και ατιμώρητο κέρδος; Στην Ελλάδα των αδιάφορων, των ωχ-αδερφιστών ζούμε, το ξεχάσατε; Που δεν λειτουργεί τίποτα και κανένας δεν έχει ευθύνη για τίποτα. Που όλα λειτουργούν μόνα τους και ότι γίνει. Και όλα ισοπεδώνονται και φτιάχνουν μελλοντικές τσιμεντένιες ταφόπλακες για όλους μας. Έτσι ξαφνικά όλα γίνονται οικόπεδα, λίγο καιρό μετά. Και η νοοτροπία του ‘φτιάχνω βίλα μέσα σε πρώην δάσος’ συνεχίζεται με την ευλογία όλων.

Ένα απόλυτο τίποτα. Εκεί οδηγούμαστε μόνοι μας. Αδιαφορούμε για τον τελευταίο πνεύμονα της πόλης, αδιαφορούμε που καίγονται για μια μέρα 100 σημεία σε όλη την επικράτεια, αδιαφορούμε για την επιβολή νόμων, αφού το κράτος είναι ανύπαρκτο. Και για τα δέντρα, τα ζώα και τα έντομα που καταστράφηκαν, δεν φταίει κανείς. Όλα απλά… κοιτάμε την κοιλιά μας μπας και μας δώσει καμιά απάντηση. Και λίγο νωρίτερα, μόλις κάποιες βδομάδες νωρίτερα, έμοιαζα γραφική όταν περιέγραφα την ερημοποίηση της χώρας… ως μελλοντικό, εφιαλτικό σενάριο.

Ποιος φταίει; Φταίει η έλλειψη παιδείας, η έλλειψη ανθρωπιάς, η αναισθησία, οι πολίτες, το κράτος, ποιός; Πείτε μου! Πονάει η λογική μου… Κινδύνευσαν άνθρωποι και περιουσίες, περιοχές που λαχταρούσα να περάσω για να θαυμάσω το πράσινο.

Όχι, είμαστε νεοέλληνες… και ίσως σε λίγα χρόνια γίνουμε μετανάστες καιρού έτσι όπως δηλητηριάζουμε τον εαυτό μας. Νεοέλληνες που τρώμε κατσικάκι ενώ βλέπουμε τη φωτιά στο βουνό, νεοέλληνες που τραβάμε φωτογραφίες του πύρινου μετώπου από το κινητό… Αυτοί είμαστε όσο και αν δεν μας αρέσει.

Επιτέλους, ας πάψουμε να αδιαφορούμε! Επιτέλους, ο καθένας από μας, ας κάνει κάτι αφού άλλοι δεν κάνουν… Ας διεκδικήσουμε Ζωή από τις κοντόφθαλμες κυβερνήσεις όλων των κομμάτων. Μόνο έτσι θα ξυπνήσουν! Ας το διεκδικήσουμε όπως διεκδικούμε μια θεσούλα στο Δημόσιο! Ας το διεκδικήσουμε όπως σκοτώνουμε τον διπλανό μας για δυο μέτρα χωραφιού… Εκεί γιατί πολεμάμε τόσο; Γιατί αφορά τον εαυτό μας… Και το κάψιμο του δάσους μας αφορά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Τι άλλο θα μας έκανε ως πολίτες να βγούμε έξω από τα ρούχα μας, να βγούμε στο δρόμο, πείτε μου τι!

Επιτέλους, ας απαιτήσουμε να αναδασωθούν τα καμένα! Μια φορά να το δω στα 35 χρόνια που ζω σε αυτή τη χώρα! Στην Πέμπτη δημοτικού είχαμε κάνει αναδάσωση με το σχολείο, και ακόμα καμαρώνω… Γιατί τα αφήσαμε όλα έτσι; Και δεν με ενδιαφέρει καμία πολιτική προσέγγιση. Καμία! Μ’ ενδιαφέρει η συνέχιση της ζωής… Κοιτάζω τα λιγοστά δέντρα (που έχουν απομείνει από προηγούμενη φωτιά) μπροστά από το σπίτι μου και κείνα εκεί αδύναμα με κοιτάνε και ζητάνε βοήθεια, ενώ είναι δεσμευμένα με τη γη, για τη ζωή τους και για τον θάνατό τους...

Το στόμα μου πικρό σαν να κάπνισα μόλις δυο πακέτα τσιγάρα.

(σσ. ώρα 8 το πρωί. μόλις έβαλαν φωτιά στα τελευταία δέντρα κοντά στο σπίτι μου).

Wednesday, June 20, 2007

Για λίγο μόνο... αν μ'αγαπάτε, θα καταλάβετε

Λόγω μεγάλης κόπωσης και αρκετής δουλειάς και για να μην κλείσω το μπλογκ, θα γράφω λιγότερο… όπως μου βγαίνει, χωρίς να το κρίνω.

Για να μην γίνεται η απόλαυση καταναγκασμός*, και για να μην χαθώ εντελώς από αυτό τον χώρο που αγάπησα τόσο… και που μου χάρισε νέους φίλους καρδιάς… αποφάσισα να χαλαρώσω λίγο τη συχνότητα γραφής.

Εύχομαι να με κατανοήσετε.

Θα έρχομαι όσο αντέχω και όσο έχω κάτι να πω!

Σας φιλώ και σας στέλνω κρυστάλλινες σκέψεις,

Αλεξάνδρα

* ΣΟΣ. Διευκρίνηση! Δεν το αισθάνθηκα 'καταναγκασμό', αλλά φοβήθηκα, πολυ φοβήθηκα μην συμβεί. Απόλαυσα και απολαμβάνω την κάθε μου γραφή από τα βάθη της καρδιάς μου!

Sunday, June 17, 2007

Δύο Κήποι...

Κοιτάζω κάτω από το μπαλκόνι στο μπροστά μέρος του σπιτιού. Δυο μικρά κομμάτια περιποιημένου γκαζόν, δύο τεράστιες γλάστρες με κάτι που μοιάζει με έλατο και έχει τρεις μπάλες πράσινες καλό-κουρεμένες. Και μια βρυσούλα με ένα λιονταρίσιο κεφάλι στη δεξιά μεριά του χώρου ανακυκλώνει το νερό (λιοντάρι αρχαιοελληνικό και νερό φενγκ-σούι, λολ!). Τα χέρια μου ακόμα πονάνε από την δουλειά που έκανα εχθές, φουσκάλες στα δύο δάκτυλα του δεξιού μου χεριού, αφού τα είχα αφήσει όλα καιρό τώρα. Αλλά, άξιζε… Όλα τακτοποιημένα, οι πράσινες φυλλωσιές γυαλίζουν κάτω από τον δυνατό ήλιο, αφού καθαρίστηκαν και ποτίστηκαν με άφθονο νερό, ενώ από το απέναντι δασάκι τα καημένα πεύκα κοιτούσαν το νερό με λιγούρα.

Και τώρα πρέπει να διασχίσω το σαλόνι και την κουζίνα και να πάω να δω και την πίσω μεριά… Κόπωση κυρίως ψυχολογική με κυριεύει… Εκεί η απόσταση είναι μεγαλύτερη από τη βεράντα μέχρι το έδαφος. Τέσσερις λεμονιές έχουν βαρύνει από τα πράσινα λεμόνια. Αλλά όλο το πίσω μέρος είναι γεμάτο σιχαμένα αγριόχορτα. Αναστενάζω… Κάθε χρόνο τέτοια εποχή κάνω αυτή τη δουλειά και όχι μια φορά. Αν βρέξει, ξανά τα ίδια… Ξεχορταριάζω με υπομονή, σιγά-σιγά, ελπίζοντας ότι αυτή τη φορά ο σπόρος δεν θα έχει μείνει, αφού προσπαθώ με επιμέλεια να βγάζω ένα-ένα από τη ρίζα αυτά τα περίεργα μωβ λουλούδια με αγκάθια που πληγώνουν τον κήπο με τις τριανταφυλλιές, τις λεβάντες, τον δυόσμο, το δεντρολίβανο και τις λεμονιές. Αλλά αυτά εκεί, η ρίζα τους γεμίζει το χώμα και προσπαθούν να κάνουν κατάληψη, αφού οι ρίζες τους μοιάζουν με κυψέλη κάτω από τη γη...

Παλεύω, ξέροντας ότι θα ξαναβγούν, αλλά ελπίζω ότι τώρα θα είναι λιγότερα. Δεν θέλω να ρίξουμε χημικά, είναι το ευκολότερο, για να καταστραφούν τα υπόλοιπα φυτά…

Monday, June 11, 2007

Μέρα Διακοπών...

Ο ήλιος ήταν ήδη ψηλά. Μέρα διακοπών, γεμάτη υποσχέσεις ξεκούρασης κάτω από τον ήλιο και θαλασσινές βουτιές. Όλα έμοιαζαν στατικά αλλά δεν ήταν. Η φωνή της ακούστηκε δυνατή μέσα στην ησυχία του μεσημεριού, που έσπαζε μόνο από το τραγούδι των τζιτζικιών.

‘Μπορείς να με συγχωρέσεις πραγματικά; Να βγει από την ψυχή σου; Μπορείς;’

Εκείνος, αγουροξυπνημένος, την κοίταξε καλά-καλά. ‘Τι εννοείς; Τι έχεις κάνει;’ Η ψυχή του σφίχτηκε. Τα’χασε… Με το ζόρι κρατήθηκε να μην νευριάσει. Περίμενε να ακούσει ότι τον απάτησε, ότι τον κορόιδεψε, ότι δεν ήταν πια ο άνδρας που είχε ερωτευτεί. Πάγωσε…

Εκείνη κοίταξε το απέραντο γαλάζιο και ενώ έσταζε από εσωτερικό πυρετό, πήρε μια βαθειά ανάσα. Το βάρος μέσα της είχε γίνει ένα τεράστιο σκοτεινό μπαλόνι που έφραζε την αναπνοή της. ‘Με συγχωρείς για τις σιωπές μου, για τον μαζεμένο πόνο που ποτέ δεν εξέφρασα, για την συνεχή κυκλοθυμική μου διάθεση, για τις σκληρές κουβέντες μου, όταν πονούσα; Δεν έπρεπε… Αλλά τότε, μέσα στον εγωισμό μου, μέσα στην καταιγίδα που κουβαλούσα μέσα μου, ήσουν ο μοναδικός αποδέκτης. Το ευκολότερο θύμα. Και εσύ εκεί, να τα δέχεσαι όλα αδιαμαρτύρητα. Και μετά, η κάθε μέρα… Αφήσαμε την κάθε μέρα να μας παγιδεύσει, να μας μαγνητίσει, να μας αποσυνθέσει. Αφήσαμε τις ώρες να μας κρατήσουν μακριά, τις υποχρεώσεις και τα θέλω των άλλων να μας αποκόψουν. Σε αυτό φταίμε και οι δυο.’

Ο άνδρας την κοίταξε απορημένος ‘Γιατί τώρα τέτοια αυτογνωσία; Γιατί τώρα τέτοιος πόνος αγαπημένη μου; Νεραϊδεμένη μου;’ Της χάιδεψε τα μαλλιά, της φίλησε τα μάτια με τρυφερότητα. Η αγάπη του άνδρα ήταν έκδηλη.

Εκείνη βούρκωσε και άνοιξε την πόρτα των λυγμών. Κομμάτια αλατιού που είχαν γίνει βουνά και σταλακτίτες μέσα της, άρχισαν να ραγίζουν υπό την πίεση της αλήθειας. Ήταν απαρηγόρητη. Κάτι είχε ξεκλειδώσει τον κλειστό εαυτό της και είχε βγάλει από μέσα της τα θηρία που την κατέτρωγαν χρόνια τώρα. Είχε έρθει η ώρα, τόσο απλά. ‘Έχεις καταλάβει τι ρίσκο είναι η αγάπη κάθε μέρα; Πόσο μπορεί να σε πληγώσει εκεί που δεν το περιμένεις; Όταν είσαι ερωτευμένος όλα είναι εύκολα. Αισθάνεσαι την καρδιά σου να φτερουγίζει, την αναμονή να σου προκαλεί ζαλάδα, δεν πεινάς, όλα είναι τραγικά εύκολα. Όπως και ο χωρισμός… Μέσα στον πόνο σου έχεις μια ευκολία: Αποφασίζεις και τελειώνεις κάτι ακόμα και αν έχεις μεγάλο μερίδιο ευθύνης στη σχέση. Πάει και αυτό… Αλλά το να μένεις και να πολεμάς; Να δουλεύεις πάνω στη σχέση σου με αγάπη! Να οδηγείσαι στην εξέλιξη… Είναι κάτι άλλο. Απαιτεί τεράστια αποθέματα ενέργειας, δύναμης, που αν φυσικά έχεις αισθήματα για τον άλλο, είναι όλα απλά. Η αγάπη έχει ιδιαίτερο πόνο… ’

Και συνέχισε: ‘Και αν αύριο δεν υπάρχει εξέλιξη; Αν δεν υπάρχει; Αν κουραστείς να με συγχωρείς; Αν σταματήσεις να με νοιάζεσαι; Αν σταματήσω εγώ; Αν πάψω να νοιάζομαι για την ύπαρξή σου, για την καρδιά σου, για τον πόνο και τις ανησυχίες σου; Πού το ξέρω; Ποιος το καθορίζει; Αν πάω σε μια αστρολόγο, μια καφετζού, ένα μέντιουμ, κάποιον που βλέπει το μέλλον… θα μου πει την αλήθεια; Ή θα με μπερδέψει χειρότερα; Και πρέπει να ακούσω κάποιον ξένο για αυτά που θέλω και πιστεύω; Τι να κάνω;’

Εκείνος ήπιε λίγο κρύο νερό από ένα πλαστικό μπουκάλι που είχε θαμμένο στην άμμο ‘Ένα πράγμα θα σου πω: Μεγαλώνουμε χρόνια τώρα μαζί, μιλάμε για τις μεγαλύτερες αλήθειες μας ανοιχτά, τόσο που κάποιοι άλλοι ποτέ τους δεν τόλμησαν, γιατί πονάνε πολύ. Αμφισβητούμε, διαλύουμε τα πάντα και πάλι κάτι μας ενώνει. Ίσως είναι αυτό. Γεννιόμαστε ξανά από τις στάχτες μας, από τον πόνο μας. Αυτό είναι. Αυτό είναι αγάπη τελικά. Η αντοχή του συναισθήματος. Ο αγώνας μας να είμαστε ο ένας το μισό του άλλου.’

Την πήρε από το χέρι και σιγά-σιγά μπήκαν στο κρυστάλλινο νερό του Αιγαίου. Μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αυτή τη φορά ήταν η δική της σειρά να λυγίσει, να φοβηθεί. Αλλά είχαν ένα μυστικό. Ήξεραν ότι ήταν απλά άνθρωποι και ο ένας αγαπούσε τον άλλο με τις ανασφάλειές του. Και ότι η αγάπη είναι παράλληλα τόσο θνητή αλλά και τόσο θεϊκή… Μερικά πράγματα είναι απλά…

(φωτογραφία από μένα, από ένα αγαπημένο, καλοκαιρινό μέρος)

Tuesday, June 05, 2007

Η Βάρκα...

Η Άννα είναι καταμεσής στο πέλαγο. Είναι καλοκαίρι. Η μέρα ηλιόλουστη, τόσο που αρχίζει η επιδερμίδα να ‘τραβάει’. Αρχικά αισθάνεται ήρεμη, γαλήνια, αφού η θάλασσα φλερτάρει απαλά με τις χρυσές αχτίδες του ήλιου. Το ιώδιο μυρίζει έντονα στα ρουθούνια.

Χιλιοστά δευτερολέπτων αργότερα, η διάθεση αλλάζει. Το κεφάλι της πονάει, όσο και το σώμα της, τυλιγμένο σε εμβρυακή στάση, αισθάνεται σαν να την έχουν τρυπήσει εκατοντάδες καρφίτσες. Και η βάρκα κουνάει περισσότερο από όσο αντέχει το σώμα της. Τρέμει κάθε φορά που η κίνηση του κύματος μετακινεί το πλωτό όχημα. Τα μάτια κλείνουν, δεν αντέχουν άλλο το σφυροκόπημα του άστρου. Δεν έχει μηχανή, δεν έχει κουπιά. Καταμεσής στο πέλαγος, οδηγός μόνο μια αόρατη κλωστή που την οδηγεί εκεί που είναι το τυχερό της. Γύρω δεν ακούγεται τίποτα. Σαν να έχει παγώσει αυτή η γη που διαβαίνει με αυτόν τον περίεργο τρόπο… και μόνο η βάρκα να κυλά αργά πίσω από αυτό το σχοινί που κάπου την πάει.

Δεν ξέρει πώς βρέθηκε εκεί. Ξέρει όμως ότι δεν ελέγχει τίποτα. Είναι από αυτές τις στιγμές, που απλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Και βλέπει μπροστά της μια φιγούρα διάφανη, σχεδόν αόρατη, γεμάτη φως και ιριδισμούς να την οδηγεί απέναντι. Σε μια φωτεινή σπηλιά. Και τότε αρχίζει να καταλαβαίνει. Φεύγει… Αρχίζει να της αρέσει. Ο πόνος είναι πλέον μνήμη, δεν είναι παρόν. Χαμογελά. Σηκώνεται και κάθεται κανονικά στη θέση της. Με αγωνία ή μάλλον όχι, με επιθυμία… Το πρόσωπό της έχει χαλαρώσει, τα χέρια της έχουν ακουμπήσει απαλά, σαν φτερούγες τα σημεία που θα έπρεπε να υπάρχουν κουπιά.

Αλλά τότε, αισθάνθηκε ένα δυνατό πόνο στο στήθος. Άκουσε θόρυβο, φωνές. Μπιπ-μπιπ… Ακούστηκαν μηχανικοί θόρυβοι, αναταραχή από βουητό. ‘Έλα, μην φεύγεις, έλα!!!’ άκουσε μια φωνή με ιδιαίτερη αγωνία να φωνάζει, δεν ήξερε σε ποιον.

Ξύπνησε σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου. Ήθελε να επιστρέψει εκεί, στη βάρκα, στο πέλαγος… γύρισε και κοίταξε δίπλα της. Τα μάτια της κόρης της και του άνδρα της ήταν εκεί και κατάλαβε ότι υπήρχε λόγος που επέστρεψε. Πλέον όμως δεν φοβόταν. Θα περίμενε με χαρά να γυρίσει…

>

photo: www.truegreece.com

Saturday, June 02, 2007

Γιατί αγαπάμε να μισούμε τον Πάολο Κοέλο...

Άκουσα πρόσφατα ότι αυτός ο συγγραφέας έχει σπάσει όλα τα ρεκόρ Γκίνες. Είναι ο πιο πολυδιαβασμένος μετά τη Βίβλο! Αυτή ήταν η αφορμή.

Κριτικός βιβλίων δεν είμαι. Ούτε μ’ αρέσει να γράφω σε αυτόν εδώ τον προσωπικό αλλά και δημόσιο χώρο τη γνώμη μου για άλλους συγγραφείς. Συνήθως εικόνες και ιστορίες που ξεμπλέκονται από το δάσος του μυαλού μου γράφω εδώ… Απλή αναγνώστρια είμαι και εγώ όπως πολλοί άλλοι φίλοι βιβλιόφιλοι. Για έναν όμως συγγραφέα χρωστάω πέντε γραμμές και δεν θα μιλήσω για ένα βιβλίο, αλλά για το πως βλέπω αυτό το φαινόμενο. Ακολούθησα όλη του την βιβλιογραφία χρόνια τώρα, εκτός της φετινής του δουλειάς, τη ‘Μάγισσα του Πόρτο Μπέλο’. Έχοντας πάντα σχέση αγάπης-μίσους μαζί του, το παραδέχομαι…

Ο Πάολο Κοέλο είναι ζωντανό παράδειγμα αυτού που λέμε ότι ‘η πένα του συγγραφέα μπορεί να κάνει επανάσταση’. Όταν ο ‘Αλχημιστής’ και το ‘Πέμπτο Βουνό’ έγιναν παγκόσμια επιτυχία, πολλοί κράτησαν στην αγκαλιά τους την φράση ‘όταν θέλεις κάτι πολύ, το σύμπαν συνομωτεί για να το πετύχεις’, ή ‘θα ήταν ο κόσμος καλύτερος εάν οι άνθρωποι προσπαθούσαν να είναι αρεστοί στους άλλους και απλά να προσπαθούσαν να ακολουθήσουν τα όνειρά τους.’ Σε μερικούς οι φράσεις αυτές ακούγονται σαν φράσεις από εφηβικό ημερολόγιο. Αλλά άλλοι φωτίστηκαν μέσα στη σκοτεινιά της καθημερινότητάς τους. Με αφορμή τις δικές του αναζητήσεις σε ιερούς ή μη τόπους, ακολουθώντας του τα μονοπάτια ανάμεσα σε βουνά και την εσωτερική αναζήτηση της Ψυχής, πήραν αφορμή να δουν μέσα τους τη μεταφυσική προσέγγιση του ανθρώπου με το Θείο, σε κάθε του μορφή (και για τον Κοέλο, ήταν κυρίως θηλυκή η Θεία δύναμη).

Αισθάνθηκαν πολλοί από μας ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα εποχή. Επίσης η αίσθηση ότι ο καθένας από μας έβρισκε τόσα πολλά να ταυτιστεί με τα βιβλία του ήταν κάτι το μαγικό. Ίσως σπάνια τόσοι πολλοί αναγνώστες από τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα και αντιφατικές χώρες έβρισκαν κοινές ανησυχίες.

Αυτός ο άνδρας με την ιδιαίτερη λατρεία του προς τον Θεό, με τα μυστικιστικά του ενδιαφέροντα (που δεν μας αποκαλύπτει στο βαθμό να κατηγορηθεί ως αιρετικός από την Καθολική εκκλησία), που γράφει μέσα σε δύο εβδομάδες το κάθε του βιβλίο (όπως γράφει σε μια του συνέντευξη) και μέσα σε έξι μήνες το έχει έτοιμο, αφού το δουλέψει στο μυαλό του για δύο χρόνια, ξέρει να χτυπά στο ρυθμό της καρδιάς του αναγνώστη.

Έχουμε φτάσει σε μια εποχή, που ειδικά ο Δυτικός πολιτισμός τρίζει αν όχι συθέμελα, επικίνδυνα. Έχοντας το προνόμιο της αμφισβήτισης και της αναζήτησης, αφού έχουμε εξασφαλίσει, τουλάχιστον μέχρι τώρα, το προνόμιο της εξασφάλισης τροφής και στέγης, εμείς οι Δυτικοί ή Δυτικοτραφείς, ψάχνουμε για την Αλήθεια. Και ο Κοέλο βρέθηκε την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος, γράφοντας τα σωστά, για τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, πράγματα. Τίποτα φυσικά δεν είναι τυχαίο, ειδικά όταν πρόκειται για επανάληψη επιτυχίας, ειδικά σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο τρόπος που η Δυτική εκκλησία προσεγγίζει τις ανησυχίες μας έχει ξεφτίσει και δεν πείθει τον διψασμένο για γνώση και πίστη άνθρωπο. Και εκεί ακριβώς εμφανίστηκε ο Κοέλο. Έδωσε λύσεις σε σκέψεις ή τουλάχιστον, μαλάκωσε και φώτισε το κενό που υπήρχε, ίσως…

Έχει κατηγορηθεί για λαϊκισμό, για απλοϊκή προσέγγιση, για γενικεύσεις και απλουστεύσεις. Επίσης, από ένα σημείο και μετά έχει κατηγορηθεί ότι επαναλαμβάνεται. Το ‘Ζαχίρ’ και η έρημος που κυριαρχεί μέσα του, ήταν, για μένα, το ναδίρ της συγγραφικής του παραγωγής. Απόλυτη απογοήτευση… με το ζόρι το τελείωσα. Απ’ την άλλη ‘εύκολα’ βιβλιαράκια όπως ο ‘Πολεμιστής του Φωτός’ γεμάτα δύναμη και αισιοδοξία, ποτέ δεν μένει στο σπίτι μου. Πάντοτε χάνεται από τη θέση του στη βιβλιοθήκη μου. Το χαρίζω σε κάποιον που ίσως το έχει περισσότερη ανάγκη από μένα τη δεδομένη χρονική στιγμή. Και δουλεύει, σε όποιον θέλει να δουλέψει…

Σε προσωπικό επίπεδο, απέφυγα να πάρω το 'Πέμπτο Βουνό' και τον 'Αλχημιστή' αλλά και το 'Ημερολόγιο ενός Μάγου' - για εμένα αυτά αποτελούν ένα είδος τριλογίας - όσο γινόταν ο χαμός (με τρομάζει αυτό και με κρατά σε λίγη απόσταση από τα πράγματα) και τα διάβασα με χρονοκαθυστέρηση δύο ετών. Τα βιβλία ‘Έντεκα Λεπτά’ και ‘Στις όχθες του Ποταμού Πιέδρα Κάθισα και Έκλαψα’, είναι αυτά που μου άρεσαν περισσότερο. Το πρώτο, γιατί επιτέλους είδα ότι μπορεί να γράψει και σκληρά ρεαλιστικά και του πάει πολύ αυτό το είδος γραφής και το δεύτερο, γιατί είμαι ιδιαίτερα ρομαντική και αυτή η ιστορία αγάπης, μου πήγε πολύ. Και ο 'Διάβολος και η Δεσποινίδα Πριμ' & η 'Βερόνικα αποφασίζει να πεθάνει' ήταν καλά... Τόσο υποκειμενικά λοιπόν όλα αυτά.

Όσο υποκειμενικά μιλάει σε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη τη Γη. Κάποιοι λένε ότι έχει αλλάξει η ζωή τους, από τότε που διάβασαν ειδικά τα πρώτα του βιβλία. Κάτι βρίσκουν μέσα στα βιβλία του που τους αφυπνίζει. Και όσο και αν τον βρίζουν οι επικριτές του, εκτιμώ ότι κατά βάθος ίσως εύχονταν να είχαν λίγη από τη δική του επιτυχία. Φυσικά υπάρχουν άλλου είδους βιβλία όπως το ‘Secret’ που βοηθούν κάποιον να ‘εξελιχθεί’ και λένε ότι εφόσον θέλεις να προχωρήσεις, προχωράς. Και ναι, έχει σάιτ, όπου εκεί μιλάει για το ίδρυμα (για παιδιά και ηλικιωμένους) που συντηρεί ανάμεσα στις φαβέλες του Ρίο, για τα wallpaper που μπορεί κάποιος να ‘κατεβάσει’ έχοντας αυτόν ως κεντρικό θέμα (!), για την απαγόρευση που έχει βάλει στο να γίνουν τα βιβλία του ταινίες (έδωσε μέχρι δύο εκατομμύρια δολλάρια για να πάρει πίσω συμβόλαιο που επέτρεπε την προσαρμογή ενός βιβλίου του σε ταινία) όπως λέει 'προτιμώ τα βιβλία μου να δημιουργούν εικόνες για τους αναγνώστες', τα αυτόγραφα που στέλνει ταχυδρομικώς, και τόσα άλλα προϊόντα για τους φανατικούς του αναγνώστες. Τελικά εκτός από συγγραφέας, είναι προϊόν βιομηχανίας πλέον (δηλαδή συγγραφέας best seller); Τον φτιάξαμε γιατί τον είχαμε ανάγκη; Αντέχει να ξεπεράσει πλέον τον εαυτό του; Θα διαβάζουμε οτιδήποτε (ανεξαρτήτου ποιότητας) γράφει πλέον, επειδή έχει το 'μαγικό χέρι' ή την Θεόσταλτη τύχη ή γιατί είμαστε περίεργοι; Ερωτήσεις χωρίς απαντήσεις…

(ΣΣ. Δεν τον κατηγορώ για τίποτα. Σκέψεις και προβληματισμούς μόνο καταθέτω. Τον θαυμάζω για το έργο του και για την προσπάθειά του. Είναι εκείνος που μαζί με την Τ. Κ. Ρόουλινγκ τη συγγραφέα του ‘Χάρρυ Πότερ’ έφερε την επανάσταση στη συγγραφή του 21ου αιώνα (όσον αφορά πωλήσεις, να μην μπερδευόμαστε), ο καθένας για απόλυτα διαφορετικούς λόγους και απευθυνόμενος σε, ίσως, διαφορετικά κοινά. Και ίσως διαβάσω το τελευταίο του βιβλίο το βαθύ καλοκαιράκι, κάτω από μια ομπρέλλα... δίπλα στη θάλασσα για να αγαλλιάζει η ψυχή και το πνεύμα μου, έχοντας και πάλι αντιφατικές σκέψεις μέχρι να το διαβάσω. Εμένα μ'αρέσει να ταξιδεύω με τα βιβλία του και εκείνος το καταφέρνει, τις περισσότερες φορές, καλά. Πάλι διχασμένη μου φαίνεται ότι είμαι... δεν πειράζει, μερικές φορές δεν υπάρχει άσπρο-μαύρο, υπάρχουν και οι αποχρώσεις του γκρι).

φωτογραφία, από το site του