Ένα ποίημα...
Καλή μου Σταυρούλα, συνήθως δεν προλαβαίνω να ακολουθώ τα 'παιχνίδια' αλλά σ'αυτό συμμετέχω. Μου θύμισες το αγαπημένο ποίημα που με συνοδεύει από τα 14 μου χρόνια και δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα...
Ἐλαιῶνες κι ἀμπέλια μακριὰ ὡς τὴ θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες μακριὰ ὡς τὴ θύμηση
Ἔλυτρα χρυσά του Αὐγούστου στὸνμεσημεριάτικο ὕπνο
Μὲ φύκια ἢ ὄστρακα.
Κι ἐκεῖνο τὸ σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, ποὺ διαβάζειςἀκόμηστὴν εἰρήνη τὸν κόλπου τῶν νερῶν ἔχει ὁΘεός.
Περάσανε τὰ χρόνια φύλλα ἢ βότσαλα
Θυμᾶμαι τὰ παιδόπουλα τοὺς ναῦτες ποὺἔφευγανΒάφοντας τὰ πανιὰ σὰν τὴν καρδιά τους.
Τραγουδοῦσαν τὰ τέσσερα σημεῖα τουὁρίζοντα.
Κι εἶχαν ζωγραφιστοὺς βοριάδες μὲς στὰστήθια.
Τί γύρευα ὅταν ἔφτασες βαμμένη ἀπ᾿ τὴνἀνατολὴ τὸν ἥλιου
Μὲ τὴν ἡλικία τῆς θάλασσας στὰ μάτια
Καὶ μὲ τὴν ὑγεία τὸν ἥλιου στὸ κορμὶ - τίγύρευα
Βαθιὰ στὶς θαλασσοσπηλιὲς μὲς στὰεὐρύχωρα ὄνειρα
Ὅπου ἄφριζε τὰ αἰσθήματά του ὁ ἄνεμος;
Ἄγνωστος καὶ γλαυκὸς χαράζοντας στὰστήθια μουτὸ πελαγίσιο του ἔμβλημα.
Μὲ τὴν ἄμμο στὰ δάχτυλα ἔκλεινα τὰδάχτυλαΜὲ τὴν ἄμμο στὰ μάτια ἕσφιγγα τὰ δάχτυλα
Ἦταν ἡ ὀδύνη
Θυμᾶμαι ἦταν Ἀπρίλης ὅταν ἔνιωθα πρώτηφορᾶ τὸ ἀνθρώπινο βάρος σου.
Τὸ ἀνθρώπινο σῶμα σου πηλὸ κι ἁμαρτία
Ὅπως τὴν πρώτη μέρα μας στὴ γῆ.Γιόρταζαν οἱ ἀμαρυλλίδες -
Μὰ θυμᾶμαιπόνεσες
Ἤτανε μία βαθιὰ δαγκωματιὰ στὰ χείλια
Μία βαθιὰ νυχιὰ στὸ δέρμα κατὰ κεῖ ποὺχαράζεται παντοτινὰ ὁ χρόνος.
Σ' ἄφησα τότες
Καὶ μία βουερὴ πνοὴ σήκωσε τ᾿ ἄσπρασπίτια
Τ᾿ ἄσπρα αἰσθήματα φρεσκοπλυμένα ἐπάνω
Στὸν οὐρανὸ ποὺ φώτιζε μ' ἕνα μειδίαμα.
Τώρα θά ῾χω σιμά μου ἕνα λαγήνι ἀθάνατονερὸ
Θά ῾χω ἕνα σχῆμα λευτεριᾶς ἀνέμου ποὺκλονίζει
Κι ἐκεῖνα τὰ χέρια σου ὅπου θὰ τυραννιέταιὁ ἔρωτας
Κι ἐκεῖνο τὸ κοχύλι σου ὅπου θ' ἀντηχεῖ τὸΑἰγαῖο.
(Προσανατολισμοί) ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ