Wednesday, February 21, 2007

Παγωμένη Λίμνη…

Η γυναίκα καθόταν δίπλα στη λίμνη. Τα μαύρα της ίσια μαλλιά φιλούσαν τις άκρες του νερού που καθρέπτιζαν τη φιγούρα της. Το πράσινο ολομέταξο ρούχο της δεμένο παραδοσιακά… όπως το επιτάσσει η εποχή της, πολύ πριν τις νέες τεχνολογίες. Πολύ πριν τον ‘πολιτισμό’ του σήμερα.

Ακουμπά με τα ακροδάκτυλά της την επιφάνεια του υγρού στοιχείου. Αλλά εκεί έξω χιονίζει. Και η επιφάνεια του νερού σχεδόν ρευστοποιείται, όσο και αν τη ζεσταίνει με τα δάκτυλά της, σαν να παίζει κάποιο μουσικό όργανο. Το κορμί της είναι ακόμα ζεστό. Αντέχει. Η ζωή κυλά μέσα της και αντιστέκεται. Και εκείνη παίζει με το νερό, το χαϊδεύει, φλερτάρει, το αφήνει και κυλά ανάμεσα στα χέρια της. Και πάλι… Και βλέπει και πάλι τη φιγούρα της να φαίνεται πάνω στο νερό.

Και τότε νευριάζει. Δεν αντέχει άλλο. Και πετάει μια πέτρα στρογγυλή, μαύρη μέσα στη λίμνη. Και ο ήχος ακούστηκε σε ολόκληρη την περιοχή… Αυτός ο θόρυβος της μαύρης πέτρας μέσα στη λίμνη. Είναι πολλές οι πέτρες που είχε γύρω της. Μικρά μαύρα βότσαλα, γυαλιστερά και στρογγυλά. Τριάντα, όσες και οι μέρες που περίμενε τον πολεμιστή της μπροστά στη λίμνη, μέσα στην γυαλιστερή ασημένια του στολή. Έτσι της είχε πει, θα έρθω όταν το φεγγάρι του Φλεβάρη γεμίσει… Αλλά τίποτα. Τα δάκρυά της σχημάτιζαν βότσαλα με αναλαμπές στα χρώματα της ίριδας. Ανασήκωσε το βλέμμα της από τη λίμνη. Κοίταξε πέρα, βαθειά μέσα στον ορίζοντα, στις τρεις βουνοκορφές με τις κοφτερές, σαν άκρες από ατσαλένια στιλέτα κορφές. Σκεπασμένες και αυτές από χιόνι.

Άρχισε να κλαίει. Και να τραγουδά ένα μοιρολόι τέτοιο, που έμοιαζε τραγούδι μαγικό, που το χιόνι έγινε ζεστή βροχή, τα πουλιά την πλησίασαν και ήρθαν κοντά της να την παρηγορήσουν. Έκλαιγε για την αγάπη που είχε χάσει… για τον έρωτα που δεν είχε ζήσει. Και τότε την λυπήθηκε η νεράιδα της λίμνης και της έδωσε μια εικόνα δώρο. Τον πολεμιστή της να έρχεται, να είναι ζωντανός και να έρχεται!

Η ηρωίδα μας ένιωσε ξανά ζωντανή. Μέσα στον πυρετό του έρωτά της βούλιαξε στη λίμνη για να τον συναντήσει… Εκείνος μόλις είχε φτάσει. Το άλογό του άφριζε από την κούραση. Ήθελε να συναντήσει την αγαπημένη του. Το μόνο που είχε απομείνει ήταν ένα κομμάτι από το πράσινο μεταξωτό της φόρεμα να επιπλέει… Είχε φύγει να τον συναντήσει νωρίτερα από ότι έπρεπε… Εκείνος έκανε το ίδιο. Δεν άντεξε τον πόνο. Βούλιαξε και άφησε την νεράιδα να τον καθοδηγήσει στην αγαπημένη του.

Σε αυτή τη λίμνη στα βάθη της Κίνας ένα δέντρο έχει φυτρώσει μέσα στο νερό, λένε ότι είναι τα χέρια τους που ενώθηκαν μόλις ξαναβρέθηκαν και σε αυτό το σημείο κάθε Φλεβάρη, λευκά και ροζ λουλούδια βγαίνουν στις όχθες της λίμνης και οι μαύρες πέτρες χάνονται…

(φωτογραφία από μένα, επειδή η φύση ξεπερνά την ανθρώπινη φαντασία)