Wednesday, July 05, 2006

Θάνατος

- ευχαριστώ τον dr.uqbar που μου πρότεινε να γράψω γι'αυτό το θέμα - Θάνατος... δεν τολμούσα να γράψω για αυτό το κατάμαυρο, σκοτεινό θέμα. Ο θάνατος με φοβίζει. Ξέρω, όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε, είμαστε πεπερασμένοι, είμαστε θνητοί, ένα τίποτα, όπως λένε οι ώριμοι και φιλοσοφημένοι άνθρωποι, αλλά υπάρχει ένας φόβος. Μια ανεπαίσθητη ανατριχίλα διαπερνά το κορμί μου. Μια παγωμένη σκοτεινή ανάσα με κοροϊδεύει για την ανασφάλειά μου. Δεν φοβάμαι τόσο για μένα (ή τουλάχιστον έτσι πιστεύω). Φοβάμαι για τους γύρω μου... Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση και για καιρό στοίχειωνε τα όνειρά μου, από την ηλικία των οκτώ ετών, ήταν ένα ασπρόμαυρο χολυγουντιανό θρίλερ του ΄30 όπου ο καημένος ο άνθρωπος είχε 'νεκροφάνεια'! Είχα φρικάρει για χρόνια, αφού ήμουν παιδί. Αλλά ήταν επίκτητη και 'τεχνητή' φοβία. Αλλά υπάρχει αυτός ο φόβος και αυτό το είδος θαυμασμού για την άλλη ζωή. Αν υπάρχει, αν προχωρούμε, αν θα έρθει η Ανάσταση... Είναι όλα τόσο δύσκολα να τα αποδεχθούμε (τις περισσότερες φορές ζω την κόλαση και τον παράδεισο, εδώ που μιλάμε). Ένα πράγμα ξέρω. Στεκόμαστε γενναίοι να προστατέψουμε αγαπημένα πρόσωπα, να προστατέψουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, όταν μας ακουμπά με το δηλητηριώδες φιλί του. Καθόμαστε παγωμένοι, με στόμα στεγνό, με στομάχι γεμάτο κόμπους και πόνο ψυχής, βουβοί, ανήμποροι να δεχθούμε το γεγονός. Είναι τόσο άδικος, έρχεται ξαφνικά, εκεί που όλα πηγαίνουν ομαλά και γκρινιάζουμε για ανόητες καταστάσεις και για πράγματα που δεν γίνονται. Και μετά έρχεται αυτή η σιωπή από το αγαπημένο πρόσωπο, και τα σφαλιστά μάτια και το ερμητικά κλειστό στόμα και δεν είναι πια εδώ. Είναι αλλού και δεν μπορέσαμε να πούμε κουβέντες που θέλαμε να τους πούμε, δεν τους αγκαλιάσαμε όσο θέλαμε, δεν τους κάναμε δώρα όσα θέλαμε... Όλα φταίνε μετά την 'φυγή' τους. Όλα μας λείπουν, όλα μας πονάνε για καιρό. Πονάει το θνητό σώμα, πονάει η αθάνατη ψυχή. Οι πληγές δεν ξέρω αν ποτέ κλείνουν... Η ανάμνηση μας κυνηγάει και μας φέρνει καυτά δάκρυα στα μάτια και πλάκωμα στο στήθος. Απλά ο χρόνος, ρίχνει λίγο σκόνη, σκεπάζει τη καμμένη από πόνο περιοχή και σταματά να της ρίχνει αλάτι, ρίχνει καθάριο νερό, ξεπλένει, εξαγνίζει την ψυχή, σιγά-σιγά, με πολύ φροντίδα και αγάπη. Όσοι αντιστέκονται στο χρόνο και στη φροντίδα του, δεν επιστρέφουν πίσω... Κάπου χάνονται στις μνήμες. Αφήνονται στην εμμονή του πόνου. Τα λόγια είναι φτωχά μερικές φορές. Η ψυχή μου στέκεται ανήμπορη να περιγράψει το συναίσθημα και τη διαδικασία εξέλιξης από το απόλυτο μαύρο στο φωτεινό λευκό... απλά οι αγαπημένοι μου είναι συνεχώς κοντά μου, μόνο αυτό μπορώ να έχω από εκείνους σήμερα.