Friday, September 29, 2006

Ένα γράμμα...

Μόλις το έμαθα, δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Ήθελα να πετάξω από τη χαρά μου… Και η αιτία ήσουν εσύ.

Ποτέ δεν αισθάνθηκα τόσο γεμάτη, τόσο πλήρης. Τα μάτια μου ήταν συνεχώς βουρκωμένα… από χαρά. Και η αιτία ήσουν εσύ.

Ποτέ δεν ήθελα να ζήσω και να διεκδικήσω και να πολεμήσω, τόσο, παρά μόνο τότε που έμαθα ότι θα έρθεις εσύ…

Η ζωή μου, ζωή σου, η ανάσα μου, δική σου. Όλο μου το είναι για σένα…

Εγώ γεμάτη φως πετούσα τις νύχτες με το λευκό μου νυχτικό σε μακρινά πελάγη και σε δύσβατα φαράγγια για να μαζέψω παραμύθια από τις νεράιδες και τα ξωτικά, για να μπορώ να σου τα λέω τις νύχτες που έξω θα έπεφταν αστραπές, για να μη φοβάσαι.

Εγώ γεμάτη αγάπη αναζητούσα στην έρημο, που ήταν τόσο λεπτή που μου έμπαινε συνεχώς στα ρουθούνια και στα μάτια, έψαχνα στην όαση κρυστάλλινο νερό και μελένιους χουρμάδες, για να μην πεινάσεις.

Εγώ γεμάτη ελπίδα κοιτούσα τα ηλιοβασιλέματα και τη θάλασσα που αγκάλιαζε το πύρινο άστρο ενώ αντανακλούσε τόσα χρώματα μέσα μου και σου τα έστελνα με χίλια φιλιά…

Εγώ γεμάτη ήχους και μελωδίες σου έδινα την θνητή ομορφιά, την Θεϊκά αγγιγμένη, σου έδινα νότες, χάδια, νανουρίσματα, γλυκούς ψιθύρους, απαλές μελωδίες… από την ψυχή μου.

Εγώ έψαξα και βρήκα και φύτεψα με τα χέρια μου, τα πιο σπάνια τριαντάφυλλα του κόσμου, κόκκινα, κίτρινα, ροζ, πορτοκαλιά, λευκά, μωβ ακόμα και μπλε σου βρήκα, για να τα βλέπεις και να μαθαίνεις το κάθε χρώμα… Να μαθαίνεις ότι το κάθε χρώμα έχει και άρωμα μεθυστικό… για να αγαπήσεις τη ζωή.

Δεν τόλμησα να σου μιλήσω… από πόνο. Πόνο που μου έκοβε την καρδιά σε λωρίδες. Πόνο που μόνο όσοι έχουν υποφέρει ξέρουν… Διάλυση… όπως σπάει ένας τεράστιος καθρέφτης… Ερήμωση… όπως εγκαταλείπεις ένα πλοίο που βουλιάζει μέσα σε μια λυσσαλέα καταιγίδα.

Είχα μείνει μόνη στο ερειπωμένο σπίτι να περπατάω μέσα στα άδεια δωμάτια της καρδιάς μου. Ο αέρας ήταν τόσο απαλός, ίσα που κουνούσε τις άσπρες κουρτίνες των δωματίων… Όλα όμως μύριζαν απώλεια. Με τα σεντόνια σκέπασα προσεκτικά τα έπιπλα, κλείδωσα τις πόρτες, μία-μία, έτσι για να μην κάνω λάθος. Σφράγισα τα εξώφυλλα. Όλα κλειστά…

Δεν πρόλαβα όμως… Βιάστηκες. Ποτέ δεν με συνάντησες, ποτέ δεν σε κοίταξα, ποτέ δεν ανάσανες αυτή την ατμόσφαιρα. Έφυγες πολύ νωρίς… Έγινες και εσύ άγγελος, πέρα από την ανθρώπινη ομορφιά και πέρα από τον ανθρώπινο θάνατο, εκεί ψηλά να με προστατεύεις από τις κακοτοπιές της ζωής μου. Από τα λάθη της ψυχής μου, από τον πόνο της καρδιάς μου.

Σε αγάπησα τόσο, όσο κανείς τους δεν φαντάζεται…